Ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Δημήτρης Χίου απο τον Μαραθόκαμπο Σάμου .
Καθηγητής φυσικομαθηματικός, σκοτώθηκε στον Ελληνοϊταλικο πόλεμο αγωνιζόμενος στη πρώτη γραμμή σε αντεπίθεση, στο ύψωμα Κλιμακωτό του Πόγραδετς στο Αλβανικό μέτωπο.
Τον Ιανουάριο του 41, η είδηση του θανάτου του, συγκλόνισε όλον τον τομέα του.
'Επεσε λίγα μέτρα απ' τη θέση του συμπολεμιστή του Νικολάου Βακιντή, ο οποίος διέσωσε τη προφορική μαρτυρία εκείνης της μάχης.
Μιλώντας με θαυμασμό για το ήθος την λεβεντιά, και τη γεναιοψυχία του Δημήτρη Χίου, μας άφησε περιγραφές και στιγμιότυπα απ τις τελευταίες ώρες του ανθυπολογαγού.
Αργότερα - απο ανεπίσημη πηγή- μάθαμε ότι ο Ελύτης ευρισκόμενος κι αυτός στο μέτωπο, άκουσε να φημολογούν το παλληκάρι, καθώς το παράστημα και η ομορφιά του, ήταν εντυπωσιακή.Απο εκεί ,καθώς λένε , εμπνεύστηκε το ποίημα με τον τίτλο " 'Ασμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας ".
Στο μνημόσυνο σαράντα μέρες μετά τον θάνατό του, ο πατέρας του , Αλέξανδρος Χίου,δάσκαλος στον Μαραθόκαμπο, εκφώνησε το παρακάτω ποίημα αντί για επικήδειο, που έγραψε μέσα στο βαρύ του πένθος, για τον γιό του.
Παιδί μου χιλιαγάπητο ,Μήτσο λεβεντογιέ μου.
Αλήθεια πως σκοτώθηκες, ή ψέματα μου τό΄παν;
Τα λούλουδα της νιότης σου είναι νωπά ακόμα, και σε του τάφου το ψυχρό να σε σκεπάζει χώμα.
Πριν λίγους μήνες φόρεσες του γάμου το στεφάνι, μα η πατρίδα θέλησε έν΄άλλο να σου βάλει.
Στεφάνι δόξας άφθαρτο στ' ωραίο μέτωπό σου, σημαία γαλανόλευκη, για νεκροσάβανό σου.
Και σεις λαγκάδια και βουνά , βαθιά μοιρολογείτε,
διότι τον προστάτη σας δεν θα τον ξαναδείτε.
Και σύ Κέρκη περήφανε, που' χασες τον προστάτη,
στείλε στην Πίνδο λούλουδα,
κι' απο Ιτιά κλωνάρι,
στον τιμημένο τάφο του,
φαντάρος να τα βάλει.
Απόσπασμα απ ' το πατρικό θρηνητικό ποίημα. Τον αποκαλεί προστάτη του Κέρκη, επειδή είχε οργανώσει πυροσβεστικές ομάδες στο χωριό, και αγαπούσε με πάθος τα δάση. Τέτοιες μέρες, γιόρταζε την ονομαστική του εορτή, στον Αι Δημήτρη, του Φτεριά. Ενα μήνα πριν φύγει για το μέτωπο, παντρεύτηκε την Ιωάννα,κόρη του καθηγητή, συγγραφέα και εκδότη της εφημερίδας φως, Γεώργη Καρατζά. Τον πένθησε ως το τέλος της ζωής της, αρνούμενη να ξαναπαντρευτεί, επειδή πίστευε πως για εκείνη δεν υπήρχε κανείς άλλος αντάξιός του. Εκείνος θυσίασε τη ζωή του, κι εκείνη τη νιότη της, στο βωμό των ιδανικών και της αγάπης.
Κείμενο Έλσα Χίου
Από τη σελίδα " Καταφύγιο "